Σύμφωνα με μια παράδοση που κυριαρχεί στον δυτικό κόσμο και προέρχεται από τα πολύ αρχαία χρόνια, κατά την διάρκεια των γενεθλίων κάθε ανθρώπου, τα κακά πνεύματα τον πλησίαζαν για να του κάνουν κακό. Για να το αποφύγουν οι φίλοι και η οικογένεια του εορταζόμενου, πήγαιναν κοντά του ώστε να τον προστατέψουν με θετικές καλές σκέψεις και ευχές. Παράλληλα δίνοντας δώρα ενίσχυαν την ευχάριστη ατμόσφαιρα και απομάκρυναν ακόμα περισσότερο το κακό. Έτσι ξεκίνησαν και οι εορτασμοί των γενεθλίων με φωναχτά τραγούδια του τύπου “να ζήσεις και χρόνια πολλά” και με πολύ θόρυβο από τους φίλους και τους συγγενείς για να διώχνουν μακρυά το κακό.
Ιστορικά στοιχεία αναφέρουν ότι, για έναν παρόμοιο λόγο, οι Ιουδαίοι στα χρόνια της Βίβλου απέρριπταν τον εορτασμό των γενεθλίων καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια (λόγω της σχέσης της, με την αστρολογία και τη μαγεία) και την ίδια στάση ακολούθησαν και οι πρώτοι Χριστιανοί κατά τους δύο πρώτους αιώνες από την ίδρυση της χριστιανικής εκκλησίας (οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, εξακολουθούν να μη γιορτάζουν γενέθλια). Κάτι αντίστοιχο δείχνει και το Ευαγγέλιο όπου στο Κατά Λουκά (22:19) ο Ιησούς αναφέρει στους μαθητές του “τούτο εστί το σώμα μου το υπέρ υμών διδόμενον· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν”, το οποίο ερμηνεύεται ως ρητό αίτημα του, προς τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου του.
Ιστορικές πηγές υποστηρίζουν ότι τα Χριστούγεννα ξεκίνησαν να γιορτάζονται από χριστιανούς στη Ρώμη γύρω στο 335 μ.Χ. Υπάρχουν όμως και ερευνητές που θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό των Χριστουγέννων, έγιναν νωρίτερα μέσα στον 3ο αιώνα, βασίζοντας τη θεωρία τους σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία, που βρέθηκαν γραμμένοι σε πάπυρο της εποχής. Ένας από αυτούς τους ύμνους αναφέρει: “Ο γεννηθείς εν Βηθλεέμ / και ανατραφείς εν Ναζαρέτ / και οικήσας εν τη Γαλιλαία…Ποιμένες αγραυλούντες / εθαύμασαν ουν / γονυπεσόντες έλεγον…”.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΕΟΡΤΑΣΜΟ ΣΤΙΣ 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Το 354 μ.Χ είναι μια καθοριστική ημερομηνία για τον εορτασμό των Χριστουγέννων καθώς μετά από πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, ορίστηκε στη Ρώμη, επί Πάπα Ιουλίου Α’ να γιορτάζονται τα στις 25η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου.
Είναι η ίδια ημέρα που οι Ρωμαίοι την είχαν καθιερώσει ως ημέρα γέννησης του θεού Μίθρα, που ήταν ο θεός του ήλιου. Ένα θεό των Περσών που τον ενσωμάτωσαν στη θρησκεία τους, επιστρέφοντας από τους πολέμους της Ανατολής. Αυτή η Ρωμαϊκή γιορτή συνδυάζοντας και με μια άλλη αρχαία Ρωμαϊκή γιορτή, τα Σατουρνάλια (γιορτή προς τιμή του Κρόνου, πατέρα όλων των θεών) που προηγούνταν και γιορτάζονταν περίπου από τις 17 μέχρι τις 23 Δεκεμβρίου. Έτσι ο συνδυασμός των δύο εορτασμών είχε γίνει τόσο δημοφιλής σε όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια και συμμετείχαν σαν διασκέδαση, μέχρι και οι πρώτοι χριστιανοί.
Οι γιορτές αυτές είχαν συνδυαστεί και με τη χειμερινή τροπή του ήλιου που στις 25 Δεκεμβρίου αρχίζει να κερδίζει έδαφος και να μεγαλώνει η ημέρα και αυτό ήταν μια ημέρα χαράς για τους Ρωμαίους και τους λαούς της Αυτοκρατορίας, διότι έφευγε το σκοτάδι και ερχόταν το φως. Ήταν γιορτή τόσο χαρούμενη και αγαπητή που καμία προτροπή των πατέρων της Εκκλησίας δε στάθηκε ικανή να ελαττώσει ούτε τη συμμετοχή των πρώτων Χριστιανών.
Αυτός ήταν ο λόγος που οι πατέρες της Εκκλησίας, το 354 μ.Χ αποφάσισαν να ορίσουν την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Ιησού Χριστού, δηλαδή του νέου Ήλιου που έδιωξε τα σκοτάδια της ειδωλολατρίας, από τις ψυχές των ανθρώπων και τις πλημμύρισε με χριστιανικό φως.
Έτσι στις 25 Δεκέμβρη ο ένας Ήλιος υποκατέστησε τον άλλο με αποτέλεσμα η ημερομηνία να καθιερωθεί ως η επίσημη ημερομηνία γέννησης του Χριστού και μέσα από τον Χριστιανισμό και το ιεραποστολικό έργο του, έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο.
Αφήστε μια απάντηση