Δεκάδες ελληνικά έθιμα συνοδεύουν τις ημέρες των Χριστουγέννων, που όσο περνάει ο καιρός χάνονται ή δίνουν τη θέση τους σε ξενόφερτα. Ας γνωρίσουμε μερικά έστω και για την καταγραφή, αλλά και πριν χαθούν οριστικά.
Χριστουγεννιάτικο στεφάνι
Την παραμονή των Χριστουγέννων συνηθίζεται στα χωριά να κρεμούν έξω από την πόρτα των σπιτιών πλεξούδες από σκόρδα, πάνω στις οποίες καρφώνουν γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που “καρφώνει” την ευτυχία του σπιτιού τους. Την εξώπορτα των σπιτιών κοσμεί, επίσης, ένα στεφάνι από έλατο, διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια. Σύμφωνα με την παράδοση, το στεφάνι φέρνει τύχη στους ενοίκους του σπιτιού.
Το στόλισμα του καραβιού
Ένα έθιμο που ενώ τα προηγούμενα χρόνια έτεινε να εξαφανιστεί, εξ αιτίας του ξενόφερτου χριστουγεννιάτικου δέντρου , τώρα αρχίζει να επανέρχεται (δείτε τη Βέροια).
Το καράβι συμβολίζει την καινούργια πλεύση του ανθρώπου στη ζωή, μετά τη γέννηση του Χριστού. Τα παιδιά των ναυτικών που έμεναν πίσω κατασκεύαζαν μόνα τους τα παιχνίδια τους τα οποία συνήθως ήταν καραβάκια. Το καραβάκι συμβόλιζε την προσμονή των παιδιών για αντάμωση με τους συγγενείς τους, αλλά και την αγάπη τους για τη θάλασσα. Σιγά-σιγά καθιερώθηκε και το έθιμο του στολισμού του όμως λόγω του ότι ήταν συνδεδεμένο με δυσάρεστες αναμνήσεις δεν μπόρεσε να εδραιωθεί ως γιορτινό σύμβολο.
Το τάισμα της βρύσης
Οι κοπέλες στη Θεσσαλία, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό” (άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή). Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα ήταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
Γουρουνοχαρά
Ένα από τα πιο γνωστά χριστουγεννιάτικα έθιμα της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Έθιμο που ακόμη και σήμερα κρατιέται ζωντανό και τιμάται δεόντως από διοργανωτές, φιλοξενούμενους και επισκέπτες. Τα παραδείγματα της αναβίωσης του εθίμου στην Ημαθία και ειδικά στην περιοχή του Ρουμλουκιού είναι πολλά και αξιόλογα.
Από παλιά, η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της. Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως “γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά”.
Μετά το γδάρσιμο, αρχίζει το κόψιμο του λίπους και στην συνέχεια το κόψιμο του κρέατος σε μικρά κομμάτια. Το λίπος λιώνεται και αποθηκεύεται σε μεγάλα δοχεία λαδιού για να χρησιμοποιηθεί αφού παγώσει από τις νοικοκυρές στα φαγητά τους κατά την διάρκεια της χρονιάς. Σε κάποιες περιοχές, τα γουρούνια σφάζονται την ημέρα του Αγίου Στεφάνου στις 27 Δεκεμβρίου, γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομάζεται Γρουνοστέφανος.
Χριστόκλουρα
Στη Θράκη, οι Σαρακατσάνες εξακολουθούν να ζυμώνουν την “Χριστόκλουρα”. Στρογγυλή κουλούρα με διάφορα σχέδια, που αναπαριστούν συνήθειες από το παρελθόν όπως στάνη, στρούγκα και άλλα. Της βάζουν μέλι και την τρώνε όλοι μαζί περιμένοντας την γέννηση του Χριστού.
Χριστουγεννιάτικο ψωμί (χριστόψωμο)
Σε πολλές περιοχές, έχουν σαν χριστουγεννιάτικο έθιμο το ζύμωμα του χριστουγεννιάτικου ψωμιού. Θεωρείται ολόκληρη ιεροτελεστία, και χρησιμοποιούνται τα καλύτερα υλικά για την παρασκευή του. Οι νοικοκυρές σχηματίζουν με τη μισή ζύμη, μία μεγάλη κουλούρα ενώ με την υπόλοιπη έναν σταυρό για να τη στολίσουν. Διακοσμητικά γύρω γύρω στην κουλούρα αυτή του ψωμιού, χαράζουν με μαχαίρι διάφορα σχέδια όπως καρδιές, αστεράκια, λουλούδια κ.α. Συνηθίζεται το χριστουγεννιάτικο αυτό ψωμί να κόβει ο νοικοκύρης του σπιτιού την μέρα των Χριστουγέννων και να το μοιράζει σε όλους όσοι κάθονται στο γιορτινό τραπέζι.
Μπαμουσιαραίοι
Ένα ακόμα έθιμο της Θράκης είναι και οι “Μπαμουσιαραίοι”. Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, δύο άντρες μεταμφιέζονται ο ένας σε Μπαμουσιαραίο και ο άλλος στην γυναίκα του. Ο Μπαμπουσιαραίος φορά μία νεροκολοκύθα στο πρόσωπο που της έχει ανοίξει τρύπες για μάτια και στόμα, προβιές προβάτων, και κρεμασμένα κουδούνια στην μέση. Οργανοπαίκτες με νταούλια, ζουρνάδες και γκάιντες τους συνοδεύουν και με την έντονη μουσική τους ξεσηκώνουν το χωριό.
Χριστόξυλο
Στην Μακεδονία, ο νοικοκύρης του σπιτιού διαλέγει από το χωράφι του το πιο γερό κλαδί ελιάς ή πεύκου και το τοποθετεί στο τζάκι του σπιτιού. Το ξύλο αυτό που ονομάζεται και “Χριστόξυλο” καίγεται για όλο το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων (από την μέρα δηλαδή των Χριστουγέννων μέχρι και τα Φώτα). Κατά την παράδοση το κάψιμο του Χριστόξυλου, βοηθά τον Χριστό να ζεσταίνεται στην φάτνη της Βηθλεέμ. Ο κάθε Μακεδόνας προσπαθεί να καίγεται το Χριστόξυλο του σπιτιού του μέχρι και τα Φώτα.
Μωμόγεροι
Έθιμο των Ποντίων της Μακεδονίας, είναι οι “Μωμόγεροι”. Ένα είδος δηλαδή παραδοσιακού λαϊκού θεάτρου δρόμου που αναβιώνει σε όλα τα χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι πρωταγωνιστές αυτών των θεατρικών παραστάσεων κάνουν μιμητικές κινήσεις, ενώ τα πρόσωπά τους είναι μακιγιαρισμένα όπως το δέρμα των γερόντων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται καθ΄όλη την διάρκεια του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων.
Κολίντα Μπάμπω
Στο Ρουμλούκι και αλλού (π.χ. Πέλλα), αναβιώνει ακόμα και σήμερα το έθιμο “Κόλιντα Μπάμπω”. Οι κάτοικοι της περιοχής το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου ανάβουν φωτιές, φωνάζοντας “Κόλιντα Μπάμπω”. Το έθιμο αναβίωσε φέτος και στην Κορυφή Αλεξάνδρειας.
Η λέξη Κάλαντα (Κόλιντα) προέρχεται από τη λατινική «calenda», που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Πιστεύεται ότι η ιστορία του εθίμου προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν στα ομηρικά χρόνια και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα καθώς έχουν ανακαλυφθεί, αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα). Τα παιδιά κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (είναι η δωρική λέξη ειρεσιώνη= έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα. Άλλη εκδοχή παρουσιάζει τα παιδιά της εποχής εκείνης να κρατούν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
Το “Κόλιντα Μπάμπω” φυσικά δεν είναι τίποτα περισσότερο από τα κάλαντα στη γιαγιά, μια φράση που είναι γνωστή σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας. “Κόλιντα, κόλιντα δώσ’ μου μπάμπω κλούρα, Αν δε με δώσεις κλούρα δώσ’ μου τη θυγατέρα ‘ ς…”, “Κόλιντα και μέλιντα με μένα μπάμπω κλούρα…”“Κόλιντα μπάμπου, δως μας μια κλουρίτσας είνι σταρίσια, ας είνι καλαμποκίσια, Κόλιντα μπάμπου”.
Στην Πέλλα, κυρίως, αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω» με μια άλλη εκδοχή απο τους ντόπιους που το αναβιώνουν, έχει σχέση με τη σφαγή των νηπίων του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν φωτιές το βράδυ της προπαραμονής των Χριστουγέννων, της 23ης Δεκέμβρη, φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω» δηλαδή «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχθούν. Σύμφωνα με την παράδοση, το βράδυ εκείνο ο Ηρώδης διέταξε την σφαγή όλων των αρσενικών νηπίων μέχρι 2 ετών.
Αναμμένο πουρνάρι
Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού. Κάτι αντίστοιχο με τις αναμμένες δάδες στα χέρια που καταλήγουν να δίνουν φωτιά στα κέδρα που είναι συγκεντρωμένα στην πλατεία του χωριού, αναβιώνει και σε περιοχές της Ημαθίας (π.χ. Φυτειά). Στα Γιάννενα όμως το κάνουν με παραλλαγή. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα τα ξερά φύλλα πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!»
Το σπάσιμο του ροδιού
Στην Πελοπόννησο, έχουν το σπάσιμο του ροδιού. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς ο νοικοκύρης του σπιτιού πηγαίνει στην εκκλησία κρατώντας το ρόδι του για να το “λειτουργήσει”. Μετά πηγαίνοντας στο σπίτι του, χτυπάει την πόρτα της εισόδου και ανοίγοντας του σπάει με δύναμη το ρόδι για να σκορπιστούν οι ρώγες του παντού στο σπίτι. Παράλληλα με το σπάσιμο του ροδιού, δίνουν και την ευχή: “με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος και όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη την χρονιά”.
Ρουγκάτσια
Ένα από τα ωραιότερα Ρουµλουκιώτικα έθιµα που τελούνται μέχρι σήμερα είναι τα Ρουγκάτσια. Πρόκειται για µία ομάδα φουστανελοφόρων που φέρουν σπαθιά και κατά την διάρκεια του Δωδεκαηµέρου περιφέρονται σε πόλεις και στα χωριά της. Σε κάθε σπίτι που επισκέπτονται χορεύουν με τους ήχους των ζουρνάδων και του νταουλιού, έναν κύκλο τεσσάρων συνεχόμενων χορών, που ονομάζονται “Ρουγκατσιάρικος”. Κύριος σκοπός της τέλεσης του εθίµου είναι η συγκέντρωση χρημάτων, παλαιότερα γεννημάτων, που τα προσφέρει ο νοικοκύρης του κάθε σπιτιού που επισκέπτονται, σαν ενίσχυση για την οικοδόμηση νέου ναού ή την συντήρηση παλαιού, πολλές φορές δε και σχολικού κτιρίου στο χωριό από το οποίο κατάγονται οι χορευτές της ομάδας.
Και του χρόνου…
Αφήστε μια απάντηση